Απόφαση της Κ.Ε. του Αριστερού Ρεύματος για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Απόφαση της Κ.Ε. του Αριστερού Ρεύματος για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Οι διεθνείς εξελίξεις, εν μέσω πενταπλής κρίσης (υγειονομικής – οικονομικής – κλιματικής – γεωπολιτικής – ενεργειακής), χαρακτηρίζονται από μία εντεινόμενη προσπάθεια των ΗΠΑ ν’ ανακτήσουν το χαμένο έδαφος στους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων και για διατήρηση της παγκόσμιας ηγεμονίας τους. Γι’ αυτό εντείνουν την προσπάθειά τους για στρατιωτική περικύκλωση, απομόνωση και επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, ενισχύοντας, ταυτόχρονα την οικονομική αντιπαράθεση τους με την Κίνα. Ταυτόχρονα, όμως, με αυτό τον τρόπο, παρά τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, ενσωματώνουν και την ΕΕ και κυρίως τη Γερμανία σε αυτό το ψυχροπολεμικό κλίμα, με σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες για τους λαούς της Ευρώπης.
Παρόλα αυτά, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανακόψουν την εξελισσόμενη διαδικασία διαμόρφωσης ενός νέου πολυπολικού καπιταλιστικού κόσμου, με αυτές σε υποχώρηση ως προς το ρόλο της ως μόνης παγκόσμιας υπερδύναμης.
Για πρώτη φορά μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, διαμορφώνονται όροι δυνητικής αμφισβήτησης της κυριαρχίας των ΗΠΑ σε πλανητικό επίπεδο, παρότι η ηγεμονία τους διατηρείται. Η Κίνα θα διεκδικήσει προοπτικά την οικονομική πρωτοκαθεδρία. Σε συνδυασμό με την γεωπολιτική αυτονόμηση της Ρωσίας, η οποία αποτελεί ισχυρή στρατιωτική δύναμη, διαμορφώνονται πιθανότητες εναλλακτικών λύσεων για κράτη, που αναζητούν διεξόδους από την υποτελή ενσωμάτωση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Η απρόσκοπτη πολιτικοστρατιωτική κυριαρχία και η διασφάλιση του διεθνούς συστήματος κεφαλαιακών και ενεργειακών ροών υπό την ηγεμονία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού συναντά, πλέον, εμπόδια, ενώ οι στρατιωτικές επεμβάσεις του σε Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Συρία, Αφγανιστάν, Λιβύη κ.λπ. έχουν αντιφατικά ή και αρνητικά για αυτόν αποτελέσματα.
Όλα τα παραπάνω και η κατεύθυνση προληπτικής οριοθέτησης της Κίνας και της Ρωσίας από τον αμερικανονατοϊκό ιμπεριαλισμό, διαμορφώνουν το υπόστρωμα της κρίσης στην Ουκρανία και της στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας σε αυτή.
Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελεί επικίνδυνη εξέλιξη, εναντίον των συμφερόντων των λαών και οδηγεί σε επιτάχυνση ακόμα πιο επικίνδυνων εξελίξεων, όπως το τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα 100 δις ευρώ στη Γερμανία, η συσπείρωση των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ και η παραπέρα διεύρυνσή του, η επιβολή σημαντικών οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία. Ο λαός της Ουκρανίας δοκιμάζεται και υποφέρει από τον πόλεμο και την προσφυγιά, ο ρωσικός λαός από τις κυρώσεις της Δύσης και οι λαοί της Ευρώπης από την ένταση της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρξει άμεση παύση του πολέμου και ειρηνική – διπλωματική επίλυση των διαφορών.
Ωστόσο, η πολιτική αποδοκιμασία της δεν μπορεί να καταλήγει σε μία λογική ίσων αποστάσεων, που αποκρύπτει ότι βασικά υπεύθυνος είναι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός και οι σύμμαχοί του, που επιδιώκουν διαρκώς την αποσταθεροποίηση των δυνητικών ανταγωνιστών τους, ακόμα και όσων δεν ευθυγραμμίζονται πλήρως μαζί τους στο διεθνές σύστημα.
Βασική αιτία της ουκρανικής κρίσης είναι η αντιμετώπιση της Ρωσίας από τον αμερικανονατοϊκό ιμπεριαλισμό. Οι ΗΠΑ, βλέποντας τη Ρωσία ως δυνητικό ανταγωνιστή, εφάρμοσαν σε βάρος της μία στρατηγική περικύκλωσής της, με την ένταξη μιας σειράς γειτονικών της χωρών, που ανήκαν στην πρώην ΕΣΣΔ, στο ΝΑΤΟ παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις των ΗΠΑ στην πρώην ΕΣΣΔ περί μη επέκτασής του ανατολικά. Ενίσχυσαν εθνικιστικές, σωβινιστικές, αντιρωσικές θέσεις σε αυτές τις χώρες. Η ένταξη της Ρωσίας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ξεκίνησε υπό την άμεση καθοδήγηση των ΑμερικανοΝΑΤΟικού ιμπεριαλισμού επί προεδρίας Γιέλτσιν, περνώντας σταδιακά σε μία προσπάθεια για ένα πιο ανεξάρτητο και αυτονομημένο ρόλο της και σήμερα καταλήγει στην μετωπική αντιπαράθεσή της με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται και στους περιορισμούς, τις πιέσεις και την οριοθέτησή της, που επιχειρούν να επιβάλλουν οι ΗΠΑ.
Η εξέλιξη στην Ουκρανία δεν αποτέλεσε κεραυνό εν αιθρία. Είναι αποτέλεσμα μίας κρίσης, που βαθαίνει εδώ και οκτώ χρόνια, λόγω της βίαιης ανατροπής του πολιτικού και οικονομικού προσανατολισμού της, με το πραξικόπημα του 2014, που πυροδοτήθηκε από τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Ο «ευρωπαϊκός» προσανατολισμός της Ουκρανίας, διασφαλίστηκε μέσα από τρομοκρατική δράση νεοναζιστικών ταγμάτων, εθνική και πολιτική καταπίεση, θέση εκτός νόμου των κομμουνιστικών κομμάτων και συμβόλων, και επισφραγίστηκε με το κάψιμο του Σπιτιού των Συνδικάτων στην Οδησσό, με δεκάδες νεκρούς αγωνιστές αντιφασίστες, με τη στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ. Η αυτονομία των Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ και οι συμφωνίες του Μινσκ, στις οποίες εξαναγκάστηκε να συναινέσει η Ουκρανική κυβέρνηση, ήταν αποτέλεσμα του ένοπλου αγώνα του λαού αυτών των περιοχών. Από τότε συντηρείται μία εμφύλια σύγκρουση με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, θεσμική ενσωμάτωση των νεοναζιστικών ταγμάτων, οργανωμένη καταστολή της πολιτικής και κοινωνικής αντιπολίτευσης με μαζικές φυλακίσεις, ακόμα και με δολοφονίες, με συστηματικό πολεμικό εξοπλισμό της Ουκρανίας από χώρες του ΝΑΤΟ. Ως επιταχυντές της σημερινής κρίσης λειτούργησαν η καταστρατήγηση από την Ουκρανική Κυβέρνηση των συμφωνιών του Μινσκ και η προοπτική της άμεσης ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, που διευρύνει και ενισχύει την περικύκλωση της Ρωσίας. Ταυτόχρονα, οι σημερινές εξελίξεις αναδεικνύουν την επιδίωξη των ΗΠΑ να αποσταθεροποιήσουν τις οικονομικές σχέσεις των ευρωπαίων συμμάχων τους με την Ρωσία, κυρίως, στον ενεργειακό τομέα.
Η υποκρισία των δυτικών αστικών τάξεων και των πολιτικών εκφραστών τους έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Ανακαλύπτουν την δήθεν για πρώτη φορά επέμβαση σε ευρωπαϊκό έδαφος, αποσιωπώντας την κατοχή του 40% της Κύπρου από την Τουρκία. Επίσης, τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, καθώς και τις επεμβάσεις και τη διάλυση χωρών, όπως του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Συρίας και της Λιβύης και των παράνομων (εκτός διεθνούς δικαίου) οικονομικών και άλλων κυρώσεων σε 40 χώρες από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Εάν οι ηγετικές ελιτ της ΕΕ και οι κυβερνήσεις και οι ηγέτες των χωρών – μελών της ήθελαν να σταματήσει η τραγωδία που πλήττει την Ουκρανία και η καταστροφή, που επέρχεται στους ευρωπαϊκούς λαούς, θα έπαιρναν πρωτοβουλίες, που, πραγματικά, θα έβαζαν τέλος στην στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Δηλαδή, θα αναγνώριζαν ότι δεν πρέπει να επεκταθεί το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, ότι αυτή θα πρέπει να αποκτήσει ένα καθεστώς ουδετερότητας και να τηρηθούν έστω και μόνο για αυτή τη χώρα οι διαβεβαιώσεις, που δόθηκαν στην ΕΣΣΔ, ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί ούτε πόντο ανατολικά, σε αντάλλαγμα της συγκατάθεσής της στη γερμανική ενοποίηση, μιας και αυτές αθετήθηκαν για μία σειρά χώρες, στις οποίες αυτό επεκτάθηκε.
Όμως, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι τόσο υποτελείς στις ΗΠΑ, που δεν τολμούν ούτε να ψελλίσουν πραγματικές λύσεις για το σταμάτημα του πολέμου, πριν ακόμα αυτός κλιμακωθεί, πάρει παγκόσμιες διαστάσεις και απειλήσει όχι μόνο την Ευρώπη, που θα είναι το πρώτο θύμα, αλλά ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι πολιτικές ηγεσίες των περισσότερων χωρών – μελών της συντάσσονται πλήρως με τη στρατηγική και τις επιδιώξεις των ΗΠΑ, παρότι η πολιτική των οικονομικών κυρώσεων θα έχει αρνητικά αποτελέσματα και για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, λόγω, κυρίως, της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας, και τις συνέπειες θα τις πληρώσουν οι λαϊκές τάξεις.
Η μόνη χώρα, που ωφελείται από τη συνέχιση αυτού του πολέμου, είναι οι ΗΠΑ, που συσπειρώνουν ηγεμονικά όλη τη Δύση ενάντια σ’ ένα υποτίθεται κοινό εχθρό, σήμερα τη Ρωσία, αύριο την Κίνα και, ταυτόχρονα πωλούν σε ακριβές τιμές το φυσικό τους αέριο στις χώρες της ΕΕ, την οποία κυριολεκτικά έχουν στραγγαλίσει, με στόχο ένα νέο ψυχρό πόλεμο και την επιβολή ενός νέου Μακκαρθισμού. Επίσης, ωφελημένοι θα βγουν το κεφάλαιο και ιδιαίτερα το στρατιωβιομηχανικό πλέγμα, αλλά και το εφοπλιστικό κεφάλαιο.
Η στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι από τις πιο επιθετικές. Όχι μόνο πρωτοστατεί σε επιθετική ρητορεία και πλειοδοτεί στις απαιτήσεις κυρώσεων, αλλά αποφασίζει την εμπλοκή στη σύγκρουση με την αποστολή πολεμικού εξοπλισμού, την ίδια στιγμή, που εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας και φτωχοποίησης σε βάρος του ελληνικού λαού και του φορτώνει νέα δυσβάστακτα βάρη μ’ ένα νέο υπέρογκο εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Η στάση αυτή της κυβέρνησης Μητσοτάκη οδηγεί τη χώρα μας σε μεγαλύτερη πρόσδεση στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό με βάση την εκτίμηση ότι αυτή μπορεί να δώσει πλεονεκτήματα στη χώρα μας και να αναβαθμίσει το ρόλο της στη Ν.Α. Μεσόγειο. Πρόκειται για μια πολύ επικίνδυνη, τυχοδιωκτική στρατηγική, τις καταστροφικές συνέπειες της οποίας θα πληρώσει ο ελληνικός λαός. Στην ίδια κατεύθυνση ενσωματώνεται το ΚΙΝΑΛ, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας ολοκληρώσει τη συστημική προσαρμογή του, αφού η κυβέρνησή του επέκτεινε τις αμερικανονατοϊκές βάσεις (βάση Αλεξανδρούπολης, τερματικός σταθμός υγροποιημένου αερίου, αναβάθμιση βάσης Σούδας), πολιτική που κλιμακώνει σήμερα η ΝΔ. Ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε μάλιστα να καυχιέται ότι δικαιώθηκε για την συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία εντάχτηκε η Βόρεια Μακεδονία στο ΝΑΤΟ. Το αποτέλεσμα είναι η Ελλάδα σήμερα να έχει τις περισσότερες αμερικάνικες βάσεις στην Ευρώπη, ανάλογα με τον πληθυσμό της, οι οποίες στοχεύουν σε χώρες, που οι ΗΠΑ θεωρούν αντιπάλους τους στην ευρύτερη περιοχή μας και, κυρίως, τη Ρωσία.
Αυτό, όμως, που ιδιαίτερα μας ανησυχεί είναι η ενσωμάτωση τμημάτων της αριστεράς στη ρητορική των ίσων αποστάσεων, ή και στην κυρίαρχη ανάδειξη της ρωσικής επιθετικότητας στα πλαίσια μιας ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης. Αυτή η στάση υποτιμά ή και αποσιωπά την κυρίαρχη ευθύνη, θολώνει τις πραγματικές αιτίες της κλιμάκωσης και υποβαθμίζει την επιθετικότητα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και την αρνητική εξέλιξη για τις λαϊκές τάξεις σε παγκόσμιο επίπεδο του σχεδίου επέκτασης του ΝΑΤΟ προς την ανατολή. Οι ΗΠΑ διατηρούν βάσεις σε όλο τον πλανήτη, εξαπολύουν πολέμους, αποσταθεροποιούν χώρες διά της άμεσης ή έμμεσης παρέμβασης και διά της ανατροπής καθεστώτων και κυβερνήσεων. Ήδη, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ εξοπλίζουν πολεμικά την κυβέρνηση του Κιέβου. Ο καταναγκασμός, που ασκεί ο κυρίαρχος, ασύγκριτα πιο επικίνδυνος αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, δεν μπορεί να συγκριθεί με τις πρακτικές της Ρωσίας, είτε εξωθούμενης από τις αμερικανικές πιέσεις, είτε με αυτοτελείς πρωτοβουλίες. Η εκτίμηση για την κυρίαρχη πλευρά της σύγκρουσης δεν σημαίνει ταύτιση με τη σημερινή καπιταλιστική Ρωσία, το εκεί αυταρχικό καθεστώς και τις επιλογές του, ούτε αυταπάτες για τους στόχους και το ρόλο της.
Οι δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς στη χώρα μας χρειάζεται ενωτικά να αγωνιστούν για το άμεσο σταμάτημα του πολέμου και την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών, για την ουσιαστική στήριξη των προσφύγων, που αυτός προκάλεσε, για προστασία των μελών της ελληνική κοινότητας στην Ουκρανία, για τη μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, για άρση των οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία, για διεθνή αναγνώριση των Λαϊκών Δημοκρατιών Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ με βάση τη δημοκρατικά εκφρασμένη πολιτική βούληση των λαών τους, για μη συμμετοχή της χώρας μας στους τυχοδιωκτικούς πολεμοκάπηλους σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, κλείσιμο των βάσεων, άρση των διευκολύνσεων στον αμερικανονατοϊκό ιμπεριαλισμό, μη επέκταση του ΝΑΤΟ, αποχώρηση της χώρας μας από αυτό και διάλυσή του. Για ένα συλλογικό σύστημα ασφάλειας και ειρήνης στην Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια, χωρίς στρατιωτικούς συνασπισμούς.
Η Ελλάδα πρέπει, επίσης να απεμπλακεί από την επικίνδυνη για την ίδια και την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στρατιωτική συμμαχία της με το κράτος του Ισραήλ, και τη δικτατορία της Αιγύπτου και να προωθήσει μία ανεξάρτητη, πολυδιάστατη, φιλειρηνική, αντιιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική.
Παραμένουμε σταθερά αλληλέγγυοι στον δίκαιο αγώνα του Παλαιστινιακού λαού, για ελεύθερη πατρίδα, ενάντια στην κατοχή και βαρβαρότητα του κράτους του Ισραήλ, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Γ.Σ του ΟΗΕ.
Στην περιοχή μας, παρά την ακύρωση με πρωτοβουλία των ΗΠΑ του αγωγού eastmed, το καθεστώς Ερντογάν της Τουρκίας συνεχίζει την αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική του έναντι της Ελλάδας, φθάνοντας πρόσφατα να αμφισβητήσει ακόμα και την εθνική κυριαρχία της στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να υπερασπίσει αποτελεσματικότερα την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία της έναντι και των νέων προκλήσεων, με βάση της αρχές της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, της καλής γειτονίας, του διεθνούς δικαίου και, ιδιαίτερα, του δικαίου της θάλασσας και όχι με τη συμμετοχή σ’ ένα νέο κύκλο εξοπλιστικού ανταγωνισμού της με την Τουρκία, που όχι μόνο δεν βοηθά την αποτροπή του πολέμου, αλλά είναι προς το συμφέρον εγχώριων και ξένων οικονομικών συμφερόντων, προσθέτει νέα βάρη στα λαϊκά στρώματα και διογκώνει την υπερχρέωση της χώρας. Εξάλλου, το διαχρονικό κυνήγι των εξοπλισμών της χώρας μας αποδείχτηκε ότι δεν εξυπηρετεί τις πραγματικές αμυντικές ανάγκες της, αλλά τα Αμερικανονατοικά συμφέροντα.
Αγωνιζόμαστε για λύση του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ, για μια Κύπρο με ενιαία διεθνή προσωπικότητα, ανεξάρτητη, χωρίς ξένα στρατεύματα, βάσεις και εγγυήτριες δυνάμεις.
Υπάρχει σήμερα ανάγκη ΟΣΟ ΠΟΤΕ για την ανάπτυξη ενός μαζικού φιλειρηνικού, αντιπολεμικού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στη χώρα μας, στην ευρύτερη περιοχή μας και σε όλη την Ευρώπη με στόχο τον τερματισμό του πολέμου, την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών ενάντια στην κούρσα των εξοπλισμών και για το συνολικό αφοπλισμό.
Στην ΕΕ, όπου η άνοδος του πληθωρισμού και της ακρίβειας, καθώς και οι αρνητικές συνέπειες της ενεργειακής κρίσης, σπάνε κάθε ρεκόρ των πρόσφατων δεκαετιών, έχει αρχίσει η συζήτηση για επαναφορά της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας και της λιτότητας από 1-1-2023, ιδιαίτερα, για τις χώρες, όπως η Ελλάδα, που διόγκωσαν ακόμα περισσότερο το δημόσιο χρέος τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού διεθνώς, τάση που θα ακολουθήσει και η ΕΚΤ, και η αλλαγή προς το χειρότερο του τρόπου ενίσχυσης από την ΕΚΤ της ρευστότητας της Ελλάδας, θα δυσκολέψει υπέρμετρα την χρηματοδότηση αποπληρωμής του υπερδιογκωμένου δημοσίου χρέους της και θα φέρει προ των πυλών της νέα μνημόνια λιτότητας.